Contents
« Prev | Greek Words and Phrases | Next » |
Index of Greek Words and Phrases
- ἀῤῥαβών: 1
- ἀγάπη: 1
- ἀθέτησις: 1
- ἀθετῆσαι: 1
- ἀλλ: 1 2 3
- ἀλλὰ δικαιοσύνη: 1
- ἀλλὰ καὶ ὑπὲρ ἡμῶν κολασθεὶς καὶ τιμωρίαν ὑποσχών: 1
- ἀλλὰ καὶ καυχώμενοι ἐν τῷ Θεῷ·: 1
- ἀλλὰ τὸν μηδὲ γνόντα ἀμαρτίαν· ἵνα καὶ ἡμεῖς γενώμεθα: 1
- ἀνακεφαλαίωσις: 1
- ἀναπολόγητος: 1
- ἀναταπόδατον: 1
- ἀνθρωποπαθῶς: 1
- ἀντὶ ἡμῶν: 1
- ἀντίφασις: 1
- ἀξία: 1 2
- ἀπὸ χάριτος δικαιωθῶμεν: 1
- ἀποτελέσματα: 1
- ἀπό: 1
- ἀπόδοσις: 1
- ἀπόφασις ἀντικείμεναι: 1
- ἀργὰ σημεῖα·: 1
- ἀσεβής: 1
- ἀτόπων ἀτοπώτατον: 1
- ἁγιασθήτω: 1
- ἁγνισμα: 1
- ἁγνισμός: 1
- ἁμαρτία: 1 2 3 4 5 6 7
- ἁμαρτίαν: 1
- ἁμαρτωλός: 1
- ἄνευ ὧν οὐκ: 1
- ἄρα οὖν: 1
- ἅτε τὸν ὑπὲρ ἡμῶν ἀναδεξάμενος θανάτον: 1
- Ἀλλὰ μενοῦνγε καὶ: 1
- Ἀλλὰ μενοῦνγε καὶ ἡγοῦμαι: 1
- Ἀντίψυχος: 1 2
- Ἄφεσις ἁμαρτιῶν: 1
- ἐὰν μή: 1 2
- ἐγὼ ἀποτίσω: 1
- ἐγὼ εἶπα: 1
- ἐγγυάω: 1
- ἐγγυητής: 1
- ἐκ νόμου: 1
- ἐκ πίστεως: 1 2 3 4
- ἐκ τῶν μέσων: 1
- ἐκ τοῦ ἐναντίου: 1
- ἐμοὶ κεῖται: 1
- ἐμπλῆσαι τὸν νόμον: 1
- ἐν: 1
- ἐνεργήματα: 1
- ἐξ: 1
- ἐξ ἀκοῆς πίστεως: 1
- ἐξ ἑνός: 1
- ἐξ ἔργων νόμου: 1 2
- ἐξ αὐτοῦ: 1
- ἐξεκλείσθη: 1
- ἐξιλασμός: 1
- ἐξοχήν: 1 2
- ἐπὶ: 1
- ἐπὶ πᾶσιν ἄριστον: 1
- ἐπειδήπερ εὐδόκησε Θεοῦ Λόγος ὢν: 1
- ἐπιλαμβάνομαι: 1
- ἐποίησεν ἁμαρτωλόν: 1
- ἐφ: 1
- ἑαυτὸν ἑλκύσας: 1
- ἑνὸς ἁμαρτήσαντος: 1
- ἑνὸς δικαιώματος: 1
- ἑνὸς παραπτώματος: 1 2
- ἑνὸς παραπτώματος εἰς πάντας ἀνθρώπους εἰς κατάκριμα: 1
- ἑνωθεὶς: 1
- ἔγγους: 1
- ἔγγυος: 1 2 3 4
- ἔλος: 1
- ἔνδειξιν: 1 2
- ἔνθα πᾶσα ἁμαρτία ἠφάνισται: 1
- ἔνοχος: 1
- Ἐγὼ ἀποτίσω·: 1
- Ἐγὼ Παῦλος ἔγραψα τῇ ἐμῇ χειρί: 1
- Ἐγγυητής: 1
- Ἐγγύη: 1
- Ἐδικαίωσαν τὸν Θεόν·: 1
- Ἐδικαιώθη ἡ Σοφία: 1
- Ἐκ πίστεως: 1 2
- Ἐκ τῶν λόγων σου δικαιωθήσῃ·: 1
- Ἐλογίσθη: 1
- Ἐπειδὰν τὰς ἡμετέρας κοινοποιεῖ εἰς ἑαυτὸν ἁμαρτίας·: 1
- Ἐφ: 1 2
- Ἔγγυος: 1
- ἡ ὑπακοή: 1
- ἡ δίκη ζῇν οὐκ εἴασεν: 1
- ἡγοῦμαι: 1
- ἡμᾶς τε αὑτῶ καὶ τὰ ἡμέτερα πάθη ἰδιοποιούμενός φησιν: 1
- ἡμῖν αἴτιος τῆς τῶν ἁμαρτημάτων ἀφέσεως κατέστη: 1
- ἡμεις τοῦ πλήθους ἕνεκεν πεπλημμελημένων: 1
- ἢ ἐκείνου δικαιοσύνη; ἐν τίνι δικαιωθῆναι δυνατὸν τοὺς ἀνόμους ἡμᾶς καὶ ἀσεβεῖς: 1
- ἢ ἐν μόνῳ τῷ υἱῷ τοῦ Θεοῦ; ὦ τῆς γλυκείας ἀνταλλαγῆς: 1
- ἢ ὀφείλεν: 1
- ἢ καθ: 1
- ἣν αὐτὸς μὲν οὐκ ὤφειλεν: 1
- ἥγημαι: 1 2
- Ἢ ὀφείλει·: 1
- ἰάσαι τὴν ψυχήν μου: 1
- ἰσοδυναμοῦντα: 1
- ἱλάσκομαι: 1
- ἱλασμός: 1
- ἵνα τοὺς ἁμαρτωλοὺς ποιήσῃ δικαίους· μᾶλλον δὴ οὐδὲ οὕτως εἶπεν· ἀλλ: 1
- ὀφείλω: 1
- ὁ δίκαιος: 1
- ὁ δικαιῶν τὸν ἀσεβῆ: 1
- ὁ δικαιωθείς: 1
- ὁ μὴ ἐργαζόμενος: 1
- ὁ σῶμα αὐτοῦ εἶναι λεγόμεθα; κατὰ τὸν ἀπόστολον φήσαντα: 1
- ὃ πάσχοντος ἑνὸς μέλους: 1
- ὃ πολλῷ μεῖζον ἦν· οὐ γὰρ ἕξιν ἔθηκεν: 1
- ὃν ἀπεδοκίμασαν οἱ οἰκοδομοῦντες: 1
- ὅταν καὶ κηλῖδα ἀνάγκη τινὰ μὴ εὑρεθῆναι: 1
- ὅταν μὴ ἐξ ἔργων: 1
- ὅτι ἥμαρτόν σοι: 1
- Ὁ δὲ Θεὸς πλούσιος ὢν ἐν ἐλέει: 1
- Ὁ δὲ θέλων δικαιοῦν ἑαυτόν·: 1
- Ὁ δίκαιος δικααιωθήτω ἔτι: 1
- Ὁ δίκαιος δικααιωθήτω ἔτι·: 1
- Ὁ ποιῶν δικαιοσύνην: 1
- Ὃς ἐγενήθη ἡμῖν ἀπὸ Θεοῦ: 1
- Ὅπως ἄν δικαιωθῇς ἐν τοῖς λόγοις σου·: 1
- Ὅτι τὰς ἡμέτερας ἁμαρτίας ἐξοικειούμενος·: 1
- ὐπόδικος τῷ Θεῷ: 1
- ὑμῖν ἐστιν: 1
- ὑμεῖς ἐστὲ σῶμα Χριστοῦ: 1
- ὑπὸ Πνεύματος ἁγίου φερόμενος: 1
- ὑπὸ κατάραν: 1
- ὑπὸ νόμον: 1 2 3 4 5 6
- ὑπακοή: 1 2 3
- ὑπόδικοι τῷ Θεῷ: 1 2 3
- ὑπόδικος: 1
- ὑπόδικος τῷ Θεῷ: 1 2
- ὑπόδικος τῷ Θεῷ·: 1 2
- Ὑμεῖς ἐστε οἱ δικαιοῦντες ἑαυτοὺς ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων: 1
- ὡς: 1
- ὥσπερ: 1
- ὥστε εἰκότως ἑνῶν ἑαυτὸν ἡμῖν: 1
- ὦ τῆς ἀνεξιχνιάστου δημιουργίας: 1
- ὦ τῶν ἀπροσδοκήτων εὐεργεσιῶν· ἵνα ἀνομία μὲν πολλῶν ἐν δικαίῳ ἑνὶ κρυβῇ: 1
- ὧς: 1
- Ὦ ἀνεξιχνιάστου δημιουργίας·: 1
- Ὦ βάθος πλούτου: 1
- Ὦ τῆς γλυκείας ἀνταλλαγῆς· : 1
- ᾧ: 1
- ᾧ πάντες ἥμαρτον: 1
- ῥητῶς: 1
- Αὐτὸς τὸν ἴδιον υἱὸν ἀπέδοτο λύτρον ὑπὲρ ἡμῶν: 1
- Γύαλον: 1
- Δίκαιοι κατασταθήσονται οἱ πολλοί·: 1
- Δίκαιον ἀποφαίνω: 1
- Δίκαιον κρίνω: 1
- Δίκαιος ἀναφαίνομαι: 1
- Δίκαιος καθίσταται: 1
- Δεῖξόν μοι τὴν πίστιν σου: 1
- Δι: 1 2 3 4 5
- Διὰ πίστεως: 1
- Διὰ τῆς πίστεως: 1
- Διὰ τῆς πίστεως ἐν αὐτοῦ αἵματι: 1
- Διὰ τῆς πίστεως ἐν τῷ αὐτοῦ αἵματι: 1
- Δικαίωμα: 1 2 3 4
- Δικαιῶσαι αἰτιατικῇ, καταδικάσαι, κολάσαι, δίκαιον νομίσαι: 1
- Δικαιοῦν δυὸ δηλοῖ: 1
- Δικαιοσύνην ποιησάτω ἔτι·: 1
- Δικαιούμενοι δωρεὰν τῇ αὐτοῦ χάριτι: 1
- Δικαιούμενοι δωρωὰν τῇ αὐτοῦ χάριτι: 1
- Δικαιούμενον: 1
- Δικαιόω: 1 2
- Διώκω: 1
- Δωρεὰ τῆς δικαιοσύνης: 1
- Δωρεὰ τῆς χάριτος: 1
- Δωρεὰν τῇ αὐτοῦ χάριτι: 1 2
- Δώρημα: 1 2 3
- Εἰ δέ τι ἠδίκησέ σε: 1
- Εἰ δέ τι ἠδίκησέ σε·: 1
- Θεοῦ γάρ ἐστιν αὕτη: 1
- Κατάκριμα: 1
- Κρῖμα: 1 2
- Κύριε ἐλέησόν με: 1
- Λογιζω: 1
- Λογιζόμεθα οὖν τίστει δικαιοῦσθει ἄνθρωπον: 1
- Μέτρον δ: 1
- Μεταθεὶς γὰρ πρὸς ἐαυτὸν τὸν τῶν ἡμῶν ἁμαρτιῶν ῥύπον: 1
- Νόμον ἱστάναι: 1
- Νόμον οὖν καταργοῦμεν διὰ τῆς πίστεως; Μὴ γένοιτο· ἀλλὰ νόμον ἱστῶμεν·: 1
- Νόμος ἐντολῶν ἐν δόγμασι: 1
- Οἱ ποιηταὶ τοῦ νύμου δικαιωθήσονται·: 1
- Οὐ μόνον δὲ: 1 2
- Οὐκ αὐτὸς ὁ Κύριος· ἀλλὰ ἡμεῖς ἐν ἐκείνῳ πάσχοντες ἦμεν·: 1
- Πῶς δὲ τὰς ἡμετέρας ἁμαρτίας ἐξοικειοῦται; καὶ πῶς φέρειν λέγεται τὰς ἀνομίας ἡμῶν: 1
- Παράπτωμα: 1 2
- Περισσεία χάριτος: 1
- Πληρῶσαι νόμον: 1
- Πληρῶσαι τὸν νόμον: 1
- Ποῖος ταῦτα λόγος: 1
- Ποῦ οὖν ἡ καύχησις; ἐξεκλείσθη: 1
- Πρόσκαιρός ἐστι: 1
- Τῷ ἑνὶ παραπτώματι: 1
- Τί οὖν ἐροῦμεν: 1
- Τοῦτο ἐπ: 1
- Χάρις: 1 2
- Χάρις τοῦ Θεοῦ: 1
- Χάρισμα: 1 2 3
- αἰτία: 1 2
- αὐτὴν τὴν τάνοντα μόνον: 1
- αὐτοῦ·: 1
- αὕξησις: 1
- γενόμενος ὑπὲρ ἡμῶν κατάρα· καὶ τί γὰρ ἄλλο ἣ ἀντίψυχος; διό φησιν ἐξ ἡμετέρου προσώπου τὸ λόγιον: 1
- γραώδεις μύθοι: 1
- δίκαιοι: 1 2
- δεδικαιωμένος: 1
- δι: 1
- διὰ: 1
- διὰ πίστεως: 1
- διὰ πίστιν: 1
- διὰ τὴν πολλὴν ἀγάπην· ὑπερβάλλων πλοῦτος τῆς χάριτος·: 1
- διὰ τῆς πίστεως: 1 2
- διεγγυάω: 1
- δικαίοω: 1
- δικαίωμα: 1 2 3 4 5 6 7
- δικαίωμα τοῦ Θεοῦ: 1
- δικαίωσις ζωῆς: 1
- δικααιωθήτω: 1
- δικαιῶσαι: 1 2
- δικαιοῦμαι: 1 2
- δικαιολόγημα: 1
- δικαιοσύνη δὲ ἑνὸς πολλοὺς ἀνόμους δικαιώσῃ: 1
- δικαιοσύνην ποιεῖν: 1
- δικαιωθήτω: 1
- δικαιός ἔστι: 1
- δικαιόω: 1 2 3 4
- δικαιόω·: 1
- δικαιώματα: 1
- δικαοῦσθαι: 1
- δοῦλοι ἀχρεῖοι: 1 2
- δοῦλος ἀχρεῖος: 1
- δωρεὰ τῆς δικαιοσύνης: 1
- δωρεὰν τῇ αὐτοῦ χάριτι: 1
- δωρεὰν τῇ χάριτι αὐτοῦ: 1
- δωρεάν: 1 2 3 4 5
- δώρημα: 1 2
- εἰς δικαίωσιν: 1
- εἰς δικαιοσύνην: 1
- εἰς νόμον δικαιοσύνης οὐκ ἔφθασε: 1
- εἰς πάντας ἀνθρώπους εἰς καράκριμα: 1
- εἰς τὸ γύαλον: 1
- εἰς τελειότητα: 1
- ζημίαν καὶ σκύβαλα: 1
- καὶ ἐκ τῶν λόγων σου καταδικασθήσῃ: 1
- καὶ Θεοῦ δικαιοσύνη: 1
- καὶ αὐτὸς κατὰ τοὺς τῆς συμπαθείας λόγους: 1
- καὶ διὰ τῆς πίστεως: 1
- καὶ δωρεὰ ἐν χάριτι τῇ τοῦ ἑνὸς ἀνθρώπου Ἰησοῦ Χριστοῦ: 1
- καὶ μέλη ἐκ μέρους· καὶ καθ: 1
- καὶ πάντων ἡμῶν ὑπεραλγεῖ καὶ ὑπερπονεῖ κατὰ τοὺς τῆς φιλανθρωπίας νόμους· οὐ μόνον δὲ ταῦτα πράξας ὁ Ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ: 1
- καὶ τὰς ἡμετέρας νόσους ἰδιοποιεῖται: 1
- καὶ τὴν ἡμῖν προστετιμημένην κατάραν ἐφ: 1
- καὶ τὸ δίκαιον νομίζειν·: 1
- καὶ τῷ κοινῷ πάντων ἡμῶν σκηνώματι συναφθῆναι· τοὺς τῶν πασχόντων μελῶν πόνους εἰς ἑαυτὸν ἀναλαμβάνει: 1
- καὶ ταῦτα μὲν δὴ ταῦτα: 1
- κατ: 1 2 3
- κατὰ συγγένειαν: 1
- κατάκριμα: 1
- κατάκριμα εἰς πάντας ἀνθρώπους: 1
- κατάστασις: 1 2
- κατάφασις: 1
- καταλαμβάνω: 1
- καταλύσαι: 1 2
- καταργῆσαι: 1
- καυχήσεως: 1
- καύχημα: 1 2 3 4 5
- καύχησις: 1 2
- καύχησις : 1
- κοινωνόν με τοῦ ἑαυτοῦ κάλλους ἀπεργασάμενος: 1
- κολάσαι: 1
- κολαζόμενον: 1
- κρῖμα: 1 2 3
- κρῖμα εἰς κατάκριμα: 1
- κύριος: 1
- λαμβάνω: 1
- λογίζομαι: 1
- λογιζω: 1
- μάστιγάς τε καὶ ὕβρεις καὶ ἀτιμίας ἡμῖν ἐποφειλομένας εἰς αὐτὸν μεταθεὶς: 1
- μετέδωκέ μοι τῆς ἑαυτοῦ καθαρότητος: 1
- μορφὴν δούλου λαβεῖν: 1
- μόσχος τῆς ἁμαρτίας: 1
- νόμος δικαιοσύνης: 1
- νόμος τέλειος: 1
- οὐδὲν ὑγιές: 1
- οὐκ εἶπε: 1
- οὐχὶ τὸν μὴ ἁμαρτάνοντα μόνον λέγει ἀλλὰ τὸν μήδε γνόντα ἁμαρτίαν: 1
- οὔτε τρίτος οὔτε τέτατρος: 1
- οὕτω τῶν πολλῶν μελῶν πασχόντων καὶ ἁμαρτανόντων: 1
- πάθος: 1
- πίστει: 1 2 3
- πίστις ψευδώνυμος: 1
- παράπρτωμα: 1
- παράπτωμα: 1 2 3 4
- παρακοή: 1 2
- παραλαμβάνω: 1
- περὶ ἁρματίας: 1 2
- περισσεία χάριτος: 1 2
- πληρῶσαι: 1 2
- πληρῶσαι πᾶσαν δικαιοσύνην: 1
- πλούσιος ἐν ἐλέει: 1
- ποῖος: 1
- πολὺς νόμος ἔνθα καὶ ἔνθα: 1
- πρῶτον δεκτικόν: 1
- προεγνωσμένος: 1
- προηγουμένη·: 1
- προκατάρχω: 1
- πρόστασις: 1
- σκύβαλα: 1 2
- συγκεκλεισμένος ὑφ: 1
- συμπάσχει πάντα τὰ μέλη: 1
- συνθήκη: 1 2
- τὸ ὑπερέχον τῆς γνώσεως: 1
- τὸ παράπτωμα: 1
- τὸ τε κολάζειν: 1
- τὸ χάρισμα·: 1
- τὸν ἀθάνατον ὑπὲρ τῶν θνητῶν· τί γὰρ ἄλλο τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν ἠδυνήθη καλύψαι: 1
- τὸν ἄκακον ὑπὲρ τῶν κακῶν: 1
- τὸν ἄφθαρτον ὑπὲρ τῶν φθαρτῶν: 1
- τὸν ἅγιον ὑπὲρ ἀνόμων: 1
- τὸν δίκαιον ὑπὲρ τῶν ἀδίκων: 1
- τὸν μὴ γνόντα ἁμαρτίαν: 1
- τῇ χάριτι αὐτοῦ: 1
- τῶν ἅπαξ λεγομένων: 1
- τῷ δικαιώματι τοῦ Θεοῦ: 1 2
- τῷ παραπτώματι: 1
- τέλειος: 1
- τέλος νόμου: 1
- ταῦτα παραστῆσαι δυνήσεται νοῦς; τὸν γὰρ δίκαιον: 1
- ταύτην τὴν περιοχὴν τῆς Γραφῆς: 1
- τελειοῦμαι: 1
- τοῦ ἑνὸς παρακοὴ: 1
- τοῦ ἑνος ἁμαρτήσαντος: 1
- τοῦ παραπτώματος: 1
- τοῦ χαρίσματος: 1
- τοῦτο ἐμοὶ ἐλλόγει: 1
- τοῦτο ἐμοι ἐλλόγει: 1
- τύχη: 1
- φησὶν: 1
- χάριν: 1
- χάρις: 1 2
- χάρις ἑνώσεως: 1
- χάρις ὑπερπερισσεύουσα: 1
- χάρισμα: 1 2 3 4
- χρηστότης: 1
- χωρὶς νόμου: 1
- epieikias: 1
« Prev | Greek Words and Phrases | Next » |