Index of Greek Words and Phrases
- Γευσαμένους τε τῆς δωρεᾶς τῆς ἐπουρανίου: 1
- Δυνάμεις: 1
- Δυνάμεις τε μέλλοντος αἰῶνος: 1 2
- Εἰς τὸ μὴ αὐγάσαι αὐτοῖς τὸν φωτισμὸν τοῦ εὐαγγελίου·: 1
- Εὖ οἶδα ὅτι ῥητά τινα παραλήψονται τῆς γραφῆς οἱ καὶ ταῦτα βουλόμενοι τολμᾷν φάσκειν ἀπὸ Θεοῦ γεγονέναι, μὴ δυνάμενοι ἕν ὕφος ἀποδεῖξαι τῆς γραφῆς αἰτιωμένης μὲν τοῦς ἁμαρτάνοντας, ἀποδεχομένης δὲ τοὺς εὖ πράττοντας, καὶ οὐδὲν ἧττον κᾴκεῖνα λεγούσης ἅτινα περισπᾷν δοκεῖ, ὀλίγα ὄντα, τοὺς ἀμαθῶς τὰ θεῖα γράμματα ἀναγινώσκοντας.: 1
- Καλὸν ῥῆμα: 1
- Καὶ καλὸν γευσαμένους Θεοῦ ῥῆμα: 1
- Καὶ μετόχους γενηθέντας Πνεύματος ἁγίου: 1 2
- Καὶ παραδειγματίζοντας: 1
- Καὶ παραπεσόντας: 1
- Λέγω οὖν, Μὴ ἔπταισαν ἵνα πέσωσι; μὴ γένοιτο·: 1
- Μετάνοια: 1
- Μὴ θέλων αὐτὴν παραδειγματίσαι: 1
- Πάλιν ἀνακαινίζειν εἰς μετάνοιαν: 1
- Παραδειγματίζω: 1
- Πρὸς φωτισμὸν τῆς γνώσεως·: 1
- Σέ: 1
- Τέλειοι γίνεσθε ταῖς φρεσὶ: 1
- Τοὺς ἅπαξ φωτισθέντας: 1
- Φωτίζομαι: 1
- γάρ: 1
- γευσαμένους: 1
- γευσαμένους τε τῆς δωρεᾶς τῆς ἐπουρανίου: 1
- δωρεά: 1 2 3
- δωρεὰν τοῦ Θεοῦ: 1
- δόσις: 1
- δώρημα: 1 2
- δῶρον: 1
- καλόν: 1
- καλὸν Θεοῦ ῥῆμα: 1
- καὶ παραδειγματίζοντας: 1
- καὶ παραπεσόντας: 1
- κοπιᾷν: 1
- μόρφωσις τῆς εὐσεβείας: 1
- οὐκ ἐδοκίμασαν τὸν Θεὸν ἔχειν ἐπιγνώσει: 1
- πάλιν ἀνακαινίζειν: 1
- πάλιν ἀνακαινίζειν εἰς μετάνοιαν: 1
- πίπτειν: 1
- πίπτω: 1
- παραδειγματισθείς: 1
- παραπίπτω: 1
- πταίω: 1
- τε: 1
- τελείους: 1
- τινάς: 1 2
- τόπος αὐχμηρός: 1
- τὴν δωρεὰν τοῦ Θεοῦ: 1
- τὴν δωρεὰν τοῦ ἁγίου Πνεύματος: 1
- φωτίζειν: 1
- φωτισμός: 1 2
- ἀδύνατον: 1
- ἀληθείας τῆς κατ’ εὐσέβειαν: 1
- ἀνακαινίζειν: 1
- ἀνακαινισμός: 1 2 3
- ἀνακινίζειν: 1
- ἀνασταυροῦντας: 1
- ἀποσταλεὶς ἀπ’ οὐρανοῦ: 1
- ἅπαξ: 1 2
- ἅπαξ φωτισθέντες: 1
- Ἀδύνατον γάρ: 1
- Ἀδύνατον γὰρ: 1
- Ἀδύνατον γὰρ τοὺς ἅπαξ φωτισθέντας, γευσαμένους τε τῆς δωρεᾶς τῆς ἐπουρανίου, καὶ μετόχους γενηθέντας Πνεύματος ἁγίου, καὶ καλὸν γευσαμένους Θεοῦ ῥῆμα, δυνάμεις τε μέλλοντος αἰῶνος, καὶ παραπεσόντας, πάλιν ἀνακαινίζειν εἰς μετάνοιαν, ἀνασταυροῦντας ἑαυτοῖς τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ καὶ παραδειγματίζοντας.: 1
- Ἀνέγνωμεν, ἔγνωμεν, κατέγνωμεν: 1
- Ἀνέγνων, ἔγνων, κατέγνων: 1
- Ἀνασταυροῦντας ἑαυτοῖς τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ: 1 2
- Ἀνελευθέρους τε δὴ οὖν οὕτως εὑρίσκοντες καὶ φιλοχρημάτους τε καὶ ἅρπαγες, λοιδόρους τε καὶ φιλαπεχθήμονας καὶ ἀλαζόνας, δολερούς τε καὶ ἐπιβούλους, οὐκ οἱήσονται ἐκ φύσεὠς ἢ τῆς προτέρας βαναυσίας ἔχειν τὰς κῆρας, ἀλλ’ αἰτιάσονται ἐκ φιλοσοφίας προσγίνεσθαι: 1
- Ἀποτομία: 1
- Ἅπαντα ὀρθὰ ἐνώπιον τῶν συνιέντων, φησὶ ἡ γραφὴ, τοῦτ’ ἔστι, τῶν ὅσοι ὑπὲρ αὐτοῦ σαφηνισθεῖσαν τῶν γραφῶν ἐξήγησιν κατὰ τὸν ἐκκλησιαστικὸν κανόνα ἐκδεχόμενοι διασώζουσι, κανὼν δὲ ἐκκλησιαστικὸς ἡ συνῳδία καὶ συμφωνία νόμου τε καὶ προφητῶν τῇ τὴν τοῦ κυρίου παρουσίαν παραδιδομένῃ διαθήκῃ.: 1
- ἐπουράνιος: 1
- ἐπὶ τῇ ἀνεκδιηγήτῷ αὐτοῦ δωρεᾷ: 1
- ἑαυτοῖς: 1 2
- ἡ δωρεὰ τοῦ Θεοῦ, ἠ ἐπουράνιος: 1
- ἡ δωρεὰ ἡ ἐπουράνιος: 1
- ἡμέραι τῶν φώτων: 1
- Ἴδε οὖν χρηστότητα καὶ ἀποτομίαν τοῦ Θεοῦ· ἐπὶ μὲν τοὺς πεσόντας ἀποτομίαν·: 1
- Ὁ κόσμος ὅλος ἐν τῷ πονηρῷ κεῖται: 1
- ῥῆμα Κυρίου: 1
- Ῥῆμα: 1
VIEWNAME is
workSection